φιλομείραξ

φιλομείραξ
-είρακος, ὁ, ἡ, Α
(κυρίως ως προσωνυμία τής Αρτέμιδος) αυτός που αγαπά τους εφήβους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < φιλ(ο)-* + μεῖραξ «νεαρός, έφηβος»].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Φιλομείρακος — Φιλόμειραξ masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλομείρακος — φιλομεῖραξ masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φιλομειράκιος — ον, Α [φιλομεῑραξ, είρακος] φιλομεῑραξ* …   Dictionary of Greek

  • μείραξ — Άγιος της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. Η μνήμη του τιμάται στις 11 Δεκεμβρίου. * * * ο (ΑM μεῑραξ, ακος) μειράκιο, νεαρός, παλικαράκι, έφηβος αρχ. 1. κορίτσι, κοπέλα 2. (για άνδρα) γυναικωτός, κίναιδος, θηλυπρεπής. [ΕΤΥΜΟΛ. Λ. τής αρχαίας… …   Dictionary of Greek

  • φιλ(ο)- — ΝΜΑ α συνθετικό μεγάλου αριθμού ονομάτων, καθώς και ελάχιστων ρημάτων (που θα έπρεπε πιθ. να θεωρηθούν ως μετονοματικά παρ. αμάρτυρων τ.) όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο επίθ. φίλος. Τα σύνθ. με φιλ(ο) ανήκουν στην… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”